Οι διατροφικές συνήθειες κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης παίζουν καθοριστικό ρόλο στην υγεία του αναπτυσσόμενου εμβρύου.
Σύγχρονες έρευνες δείχνουν ότι οι έγκυες γυναίκες που καταναλώνουν τροφές που προάγουν φλεγμονώδεις διαδικασίες μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο τα παιδιά τους να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 1, μια αυτοάνοση νόσο που επηρεάζει τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Η κατανόηση αυτής της σχέσης είναι σημαντική για τη διαμόρφωση διατροφικών οδηγιών που θα συμβάλλουν στην πρόληψη της νόσου.
Μία νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Epidemiology & Community Health, αποκαλύπτει, ότι η διατροφή της μητέρας στην εγκυμοσύνη μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες στο ανοσοποιητικό σύστημα των παιδιών. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι για κάθε αύξηση μιας μονάδας στον δείκτη φλεγμονής της διατροφής, που ονομάζεται EDII (Empirical Dietary Inflammatory Index) — ο κίνδυνος του παιδιού να αναπτύξει διαβήτη τύπου 1 αυξανόταν κατά 16%.
Η υπόθεση των ερευνητών ότι ένας δείκτης που αποτυπώνει τις φλεγμονώδεις ιδιότητες της διατροφής της μητέρας θα αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 1 στο παιδί βασιζόταν σε θεωρητικές παραδοχές και συμφωνούσε με τις προσδοκίες τους.
«Αυτό το οποίο μας εξέπληξε πραγματικά ήταν, ότι και οι τρεις παράγοντες στην εγκυμοσύνη, όπως το πλάνο διατροφής, η υψηλή πρόσληψη γλουτένης και το κάπνισμα, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, φαίνεται ότι βάζουν σε κίνδυνο το παιδί», σημειώνουν οι επικεφαλής της έρευνας.
Ο κίνδυνος αυτός φαίνεται να μη συνδέεται με παράγοντες, όπως το φύλο ή το βάρος γέννησης, αλλά επηρεάζεται από άλλες μητρικές συμπεριφορές, όπως η πρόσληψη γλουτένης και το κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη.
Η παρούσα μελέτη αποτελεί μία από τις πρώτες μεγάλες έρευνες που συνδέουν μια προφλεγμονώδη διατροφή της μητέρας με τον διαβήτη τύπου 1 στα παιδιά, προσφέροντας νέες γνώσεις για το πώς η προγεννητική διατροφή μπορεί να διαμορφώσει το ανοσοποιητικό σύστημα πριν από τη γέννηση.
Τι είναι ο διαβήτης τύπου 1
Πρόκειται για ένα αυτοάνοσο νόσημα, κατά το οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη στο πάγκρεας. Το νόσημα εμφανίζεται κυρίως στην παιδική ή την εφηβική ηλικία και απαιτεί θεραπεία με ινσουλίνη εφ’ όρου ζωής.
Ενώ παίζει ρόλο και η γενετική προδιάθεση, η αύξηση στα περιστατικά διαβήτη τύπου 1, περίπου κατά 3-4% κάθε χρόνο στα ανεπτυγμένα κράτη- επηρέαζεται κατά βάση και από περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι ερευνητές εδώ και καιρό εκτιμούσαν, ότι παράγοντες κατά την πρώιμη ανάπτυξη, ακόμα και ενδομήτρια, μπορεί να είναι κρίσιμοι για τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών.
Σε αυτήν τη νέα μελέτη ανέλυσαν τα δεδομένα περισσοτέρων των 67.000 μητέρων και παιδιών από Εθνικό Σύλλογο Γεννήσεων της Δανίας, παρακολουθώντας τις εγκυμοσύνες από το 1996 έως το 2002 και για τα παιδιά κάτα μέσο όρο τα 17 χρόνια.
Τα υψηλότερα σκορ συνδέονταν με μεγαλύτερη κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος, αναψυκτικών με ζάχαρη, επεξεργασμένων δημητριακών, τηγανητών τροφίμων και trans λιπαρών, τα οποία θεωρούνται επιβλαβή για την υγεία. Αντίθετα, διατροφές πλούσιες σε αντιφλεγμονώδη τρόφιμα, όπως πράσινα φυλλώδη λαχανικά, σκόρδο, ντομάτες, ολικής άλεσης δημητριακά, φρούτα, καφές και τσάι — σχετίζονταν με χαμηλότερα σκορ.
Από τα 67.701 παιδιά που παρακολουθήθηκαν, τα 281 εμφάνισαν διαβήτη τύπου 1, με μέση ηλικία διάγνωσης τα 10 χρόνια.
Σημαντικό είναι ότι η μελέτη διαπίστωσε πως τρεις παράγοντες της μητέρας κατά τη μέση εγκυμοσύνη, η φλεγμονώδης διατροφή, η αυξημένη κατανάλωση γλουτένης και το κάπνισμα — σχετίζονται ανεξάρτητα με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 1 στα παιδιά.
Μια αύξηση 10 γραμμαρίων στην καθημερινή κατανάλωση γλουτένης συνδέθηκε με αύξηση του κινδύνου κατά 36%.
«Η μέση εγκυμοσύνη μπορεί να είναι μια κρίσιμη περίοδος κατά την οποία το έμβρυο είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στις επιδράσεις του τρόπου ζωής της μητέρας», έγραψαν οι συγγραφείς, υποδεικνύοντας αυτό το στάδιο ως ευκαιρία για πρόληψη.
Οι κύριοι ερευνητές της μελέτης τονίζουν πως, παρότι πρόκειται για παρατηρητική έρευνα που δεν μπορεί να αποδείξει αιτιώδη σχέση, τα ευρήματα είναι πολύ εντυπωσιακά.