bt_bb_section_bottom_section_coverage_image

Ξένες γλώσσες: Πότε μπορεί να ξεκινήσει το παιδί και ποια τα οφέλη από την εκμάθησή τους

Οι ειδικοί συμφωνούν ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να αποκομίσουν πολλαπλά οφέλη από την επαφή με μια δεύτερη γλώσσα.

Ο εγκέφαλος στα πρώτα χρόνια ζωής παρουσιάζει εξαιρετική ευελιξία και πλαστικότητα, γεγονός που διευκολύνει την εκμάθηση ξένων γλωσσών με φυσικό και αβίαστο τρόπο.

Ιδίως μέχρι την ηλικία των 3 ετών, τα παιδιά διαθέτουν έμφυτη ικανότητα να αφομοιώνουν γλωσσικούς κώδικες και να τους αναπαράγουν με ευκολία – ακόμη και με προφορά που προσεγγίζει αυτή των φυσικών ομιλητών.

Επιπλέον, όταν εκτίθενται σε περισσότερες από μία γλώσσες, τείνουν να μεταφέρουν έννοιες από τη μία στην άλλη, ενισχύοντας έτσι τη γενικότερη γλωσσική τους επάρκεια.

Τα οφέλη της πρώιμης επαφής με ξένες γλώσσες

Η πρώιμη εκμάθηση δεν αφορά μόνο τη γλώσσα καθαυτή. Έρευνες έχουν δείξει ότι:

  • Ενισχύει τις γνωστικές ικανότητες: Παιδιά που μαθαίνουν ξένες γλώσσες τείνουν να παρουσιάζουν καλύτερη μνήμη, αυξημένη συγκέντρωση και αναλυτική σκέψη.
  • Βελτιώνει τις σχολικές επιδόσεις: Οι δεξιότητες που αποκτούν μεταφέρονται και σε άλλα μαθήματα, όπως τα μαθηματικά ή η μουσική.
  • Αναπτύσσει τη συναισθηματική νοημοσύνη: Η επαφή με διαφορετικές γλώσσες και πολιτισμούς ενισχύει την ενσυναίσθηση, την κατανόηση διαφορετικών οπτικών και την προσαρμοστικότητα.
  • Ενισχύει την αυτοπεποίθηση και την επικοινωνία: Τα παιδιά νιώθουν μεγαλύτερη άνεση να εκφραστούν, να κοινωνικοποιηθούν και να επικοινωνήσουν σε ποικίλα περιβάλλοντα.
  • Διευρύνει τους πολιτισμικούς ορίζοντες: Η γλωσσική επαφή φέρνει τα παιδιά πιο κοντά σε άλλους πολιτισμούς, ενισχύοντας την ανοικτότητα και την πολιτισμική κατανόηση.
  • Συμβάλλει στη μελλοντική επαγγελματική αποκατάσταση: Η πολυγλωσσία αποτελεί σημαντικό προσόν στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία.

Πώς πρέπει να γίνεται η εισαγωγή στη δεύτερη γλώσσα;

Το «πώς» είναι συχνά πιο σημαντικό από το «πότε». Η εκμάθηση πρέπει να γίνεται φυσικά και ευχάριστα , όχι με τη μορφή τυπικής διδασκαλίας, αλλά μέσα από βιωματικές και διαδραστικές δραστηριότητες, όπως:

  • Παιχνίδι
  • Τραγούδι και χορός
  • Ρόλοι, θέατρο και παντομίμα
  • Εικονογραφημένα παραμύθια, σειρές ή ταινίες
  • Ποιήματα και λέξεις με εικόνες
  • Χειροτεχνίες και δημιουργικές κατασκευές
  • Δραστηριότητες όπως μαγειρική ή γιόγκα στην ξένη γλώσσα

Τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα όταν διασκεδάζουν, κι όταν το γλωσσικό ερέθισμα είναι μέρος της καθημερινής τους ζωής , όχι μια απομονωμένη δραστηριότητα.

Ποια ξένη γλώσσα να διαλέξει;

Η πιο διαδεδομένη και η νούμερο 1 επιλογή είναι τα αγγλικά, καθώς προσφέρει πρόσβαση σε πληροφορίες, πολιτισμούς, και διευρύνει τις προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης.  Περισσότεροι από 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως μιλούν αγγλικά. Είναι μία από τις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε. όπου κατέχει την πρώτη θέση ως ξένη γλώσσα και τη δεύτερη ως μητρική. Μάλιστα, ρευνες έχουν δείξει πως μέχρι το 2050 ο μισός πληθυσμός της γης θα μιλάει αγγλικά.

Σχετικά με άλλες γλώσσες, πέραν των αγγλικών, που θεωρείται βασική ξένη γλώσσα, η επιλογή μπορεί να βασιστεί σε:

  • Πολιτισμικές ανάγκες: Αν υπάρχει σύνδεση με άλλες χώρες ή πολιτισμούς, μια άλλη γλώσσα μπορεί να είναι συνδετικός κρίκος με συγγενείς ή να διευκολύνει μελλοντικές επισκέψεις.
  • Ενδιαφέροντα του παιδιού: Αν το παιδί δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μια συγκεκριμένη κουλτούρα, τότε η εκμάθηση της αντίστοιχης γλώσσας θα το κινητοποιήσει περισσότερο.

Η συμβολή του περιβάλλοντος

Η επιτυχής εισαγωγή σε μια ξένη γλώσσα απαιτεί:

  • Συνεχή επαφή με τη γλώσσα μέσα από καθημερινές συνήθειες.
  • Κατάλληλους παιδαγωγούς με εξειδίκευση στη διδασκαλία σε προσχολικές ηλικίες.
  • Στήριξη από το οικογενειακό περιβάλλον, με δραστηριότητες στο σπίτι που ενισχύουν την έκθεση στο λεξιλόγιο και τη χρήση της γλώσσας με φυσικό τρόπο.
  • Ακόμη και απλές κινήσεις , όπως η χρήση καρτών με λέξεις/εικόνες κολλημένες στα αντικείμενα του σπιτιού, μπορούν να μετατρέψουν τη γλώσσα σε κομμάτι του καθημερινού παιχνιδιού.

Συμπερασματικά, η πρώιμη εκμάθηση ξένης γλώσσας δεν είναι μόνο εφικτή, αλλά ιδανική και ωφέλιμη.Προσφέρει γνωστικά, γλωσσικά, κοινωνικά και συναισθηματικά οφέλη, καλλιεργεί την αυτοπεποίθηση, την πολιτισμική επίγνωση και τη διαπολιτισμική κατανόηση, θέτει στέρεες βάσεις για μελλοντική γλωσσική επάρκεια και επαγγελματικές ευκαιρίες.

Αρκεί η εκμάθηση να είναι παιχνιδιάρικη, βιωματική και φυσική,  όπως ακριβώς μαθαίνουν καλύτερα τα παιδιά: μέσα από τη χαρά της εξερεύνησης!

Τα παιδιά με δυσλεξία μπορούν να μάθουν ξένες γλώσσες;

Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να έχουμε στο νου είναι ότι σε καμία περίπτωση δεν πιέζουμε ένα παιδί να ξεκινήσει να μαθαίνει μια ξένη γλώσσα , πόσο μάλλον κάποιο που έχει ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, όπως δυσλεξία – από έναν εκπαιδευτικό χωρίς την ανάλογη εξειδίκευση.

Η πίεση που συχνά δέχονται αυτά τα παιδιά από γονείς και δασκάλους μπορεί να τους δημιουργήσει πρόσθετα ψυχολογικά προβλήματα, όπως χαμηλή αυτοπεποίθηση, αυξημένο φόβο αποτυχίας κλπ. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένα παιδί με δυσλεξία θα στερηθεί τη γνώση μιας ξένης γλώσσας. Αντιθέτως, μπορεί να διδαχτεί ακόμα και την Αγγλική, αρκεί ο εκπαιδευτικός/ειδικός παιδαγωγός να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος, ώστε η διδασκαλία του να είναι βιωματική, δημιουργική, δομημένη και οργανωμένη γύρω από τον τρόπο μάθησης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση που οι μαθητές με ειδικές μαθησιακές ανάγκες διδάσκονται την ξένη γλώσσα από εξειδικευμένους καθηγητές, μπορούν να ξεκινήσουν την εκμάθησή της ακόμα και από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, για καλύτερα αποτελέσματα.

Πόσες γλώσσες ομιλούνται στην Ευρώπη και ποιοι είναι οι πιο γλωσοομαθείς λαοί;

Στην Ευρώπη, σήμερα, ομιλούνται 200 γλώσσες και διάλεκτοι. Η πιο διαδεδομένη γλώσσα μεταξύ των Ευρωπαίων είναι τα Aγγλικά, καθώς το 34% των ευρωπαίων πολιτών τα χρησιμοποιεί ως δεύτερη γλώσσα. Ακολουθούν τα Γερμανικά (12%) και τα Γαλλικά (11%).

Οι πιο γλωσσομαθείς στην Ευρώπη είναι οι Λουξεμβούργιοι, καθώς το 99% μπορεί να συνεννοηθεί σε τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα. Ακολουθούν Λετονοί και Μαλτέζοι με 93%. Αντιθέτως, μόλις το 29% των Ούγγρων μιλά μια ξένη γλώσσα, ενώ ακολουθούν οι Άγγλοι (30%), οι Πορτογάλοι, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί (36%).

Ένας στους δύο Έλληνες (49%) είναι ικανός να συνεννοηθεί σε τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα, ποσοστό το οποίο συμπίπτει με τον κοινοτικό μέσο όρο.

Το 44% των Ελλήνων έχει ως δεύτερη γλώσσα, μετά τη μητρική, τα Αγγλικά, το 8% τα Γαλλικά και τα Γερμανικά και το 3% συνεννοείται καλύτερα στα Ιταλικά.

Οι πιο γλωσσομαθείς είναι οι μαθητές, καθώς οκτώ στους δέκα είναι σε θέση να συνεννοηθούν σε τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα.
Η Ε.Ε επενδύει πάνω από 30 εκατ. ευρώ το χρόνο σε προγράμματα που προωθούν την εκμάθηση των γλωσσών, όπως το Socrates και το Leonardo da Vinci, προγράμματα που αναφέρονται κυρίως σε νέους και ουσιαστικά αφορούν την ανταλλαγή μαθητών ή φοιτητών σε διαφορετικά σχολεία ή πανεπιστήμια της Ευρώπης.

 

Facebook Share  X Share  Στείλε με email  Print