Η γονιμότητα μίας γυναίκας συνήθως αρχίζει να μειώνεται μετά τα 35 της χρόνια.
Κάτι που σημαίνει, ότι οι πιθανότητες να μείνει έγκυος μειώνονται κάθε μήνα που περνά.
Για πολλά χρόνια, οι επιστήμονες θεωρούσαν, ότι ο παράγοντα κλειδί πίσω από αυτή τη δραστική μείωση της γονιμότητας ήταν η ποιότητα των ωαρίων. Αυτό είναι κατανοητό, από τη στιγμή που οι γυναίκες γεννιούνται με όλα τα ωάρια που θα έχουν ποτέ και καθώς πλησιάζουν στην εμμηνόπαυση, τα ωάρια μειώνονται και «γερνούν». Αυτή η θεωρία εξηγούσε σε μεγάλο βαθμό γιατί οι γυναίκες δυσκολεύονται να μείνουν έγκυες μετά τα 30.
Όμως, μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι τα κύτταρα και οι ιστοί των ωοθηκών παίζουν μεγαλύτερο ρόλο απ’ ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα στο πώς φθίνει η γονιμότητα. Το εύρημα αυτό θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο που κατανοούμε τη θεμελιώδη διαδικασία της αναπαραγωγικής γήρανσης και στο πώς μπορεί να διατηρηθεί η γονιμότητα.
Η μελέτη της γονιμότητας ήταν για πολλά χρόνια μία δύσκολη αποστολή. Όχι μόνο η έρευνα για την υγεία των γυναικών έχει ιστορικά υποχρηματοδοτηθεί, αλλά είναι και δύσκολο να μελετηθεί, επειδή οι ωοθήκες και οι ωοθηκικοί ιστοί είναι δύσκολο να προσεγγιστούν. Σε αυτήν την έρευνα οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ποντίκια, η βιολογία των οποίων προσομοιάζει με του ανθρώπου. Όμως, και πάλι είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί, δεδομένου, ότι το ανθρώπινο είδος βιώνει την εμμηνόπαυση. Το μόνο ζώο που βιώνει εμμηνόπαυση είναι οι φάλαινες, συμπεριλαμβανομένων της όρκας και της μπελούνγκα.
Η επιστημονική ομάδα συνέλεξε ιστούς ωοθηκών από νέα και πιο ηλικιωμένα ποντίκια και τους συνέκριναν με αντίστοιχους γυναικών στις δεκαετίες των 20, 30 και 50 ετών. Στη συνέχεια με τη χρήση 3D απεικόνισης και ανάλυσης γονιδίων, δημιούργησαν χάρτες των κυττάρων της ωοθήκης και παρατήρησαν πώς αλλάζουν με την ηλικία.
Τι ανακάλυψαν οι επιστήμονες
Αυτό που διαπίστωσαν ήταν τόσο ομοιότητες όσο και διαφορές στη λειτουργία και τη γήρανση των ωοθηκών ανάμεσα σε ποντίκια και ανθρώπους. Αυτά τα αρχικά ευρήματα ήταν σημαντικά, καθώς επιβεβαίωσαν σε ποιες περιπτώσεις τα ποντίκια μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μοντέλο για τη μελέτη της ανθρώπινης γονιμότητας.Διαπίστωσαν ότι τα μεγαλύτερης ηλικίας ωάρια ήταν πιο όμοια μεταξύ ανθρώπων και ποντικιών απ’ ό,τι τα νεότερα. Οι ωοθήκες ανθρώπων και ποντικιών περιέχουν επίσης παρόμοιους τύπους κυττάρων που υποστηρίζουν την ανάπτυξη του ωαρίου.
Στους ανθρώπους τα κύτταρα γρανουλόζας περιβάλλουν το ωάριο και παράγουν οιστρογόνα. Τα ποντίκια έχουν έναν παρόμοιο τύπο κυττάρου, το οποίο κάνει μία πανομοιότυπη λειτουργία. Ωστόσο, τα κύτταρα της θήκης, τα οποία στους ανθρώπους παράγουν τεστοστερόνη και διεγείρουν τα κοκκώδη κύτταρα, φαίνεται να λειτουργούν διαφορετικά στα ποντίκια. Οι ερευνητές εντόπισαν στοιχεία ότι ένας συγκεκριμένος τύπος κυττάρου που υποστηρίζει τα νεύρα, γνωστός ως γλοιακό κύτταρο, υπάρχει τόσο στις ωοθήκες ποντικών όσο και ανθρώπων και ότι αυτό το κύτταρο αναπτύσσεται νωρίς κατά την εμβρυϊκή ζωή. Σε ανθρώπους και ποντίκια, τα γλοιακά κύτταρα φαίνεται να διεγείρουν την ωοθήκη ώστε να παράγει ωάρια.
Οι ερευνητές κατάφεραν να τροποποιήσουν τη λειτουργία των γλοιακών κυττάρων σε ποντίκια, δημιουργώντας κατάσταση παρόμοια με το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) . Συγκρίνοντας τις ωοθήκες μεγαλύτερης και μικρότερης ηλικίας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η δομή των ιστών σε ανθρώπους και ποντίκια διαφέρει. Στους ανθρώπους δημιουργούνται κενά ανάμεσα στα ωάρια – και η ωοθήκη γίνεται πιο σκληρή καθώς εναποτίθεται περισσότερο ινώδες υλικό, πιθανότατα λόγω της ωορρηξίας και της συνεχούς αποκατάστασης των ιστών κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής μιας γυναίκας.
Αυτές οι αλλαγές στα κύτταρα και τους ιστούς της ωοθήκης θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί οι ανθρώπινες ωοθήκες γερνούν σχετικά νωρίτερα σε σύγκριση με άλλα είδη. Τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν επίσης ότι δεν ευθύνονται μόνο τα ωάρια, αλλά το συνολικό «οικοσύστημα» της ωοθήκης, για τη μείωση της γονιμότητας που παρατηρείται μετά τα 30.
Η δυνατότητα χρήσης ζωικών μοντέλων για έρευνες πάνω στην υγεία των γυναικών θα ενισχύσει την κατανόηση παθήσεων όπως το PCOS και η υπογονιμότητα, οι οποίες ιστορικά έχουν μείνει υποχρηματοδοτημένες και ελλιπώς μελετημένες. Θα επιτρέψει στους ερευνητές να μελετήσουν καλύτερα τις αναπαραγωγικές ασθένειες που επηρεάζουν τις γυναίκες και να αναπτύξουν νέα φάρμακα που μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις εξουθενωτικές καταστάσεις.
Αυτή η γνώση βελτιώνει την κατανόηση των θεμελιωδών διαδικασιών της γήρανσης των ωοθηκών, κάτι που θα οδηγήσει σε καλύτερη διάγνωση και θεραπεία της υπογονιμότητας.
Πηγή: theconversation.com







