Η αλλαγή σχολείου είναι από τις πιο μεγάλες και φορτισμένες εμπειρίες που μπορεί να ζήσει ένα παιδί.
Συχνά δεν είναι επιλογή του, αλλά απόφαση που παίρνουν οι γονείς ή το ίδιο το σχολείο, και φέρνει μαζί της άγχος, ανασφάλεια αλλά και την πρόκληση της προσαρμογής σε ένα εντελώς νέο περιβάλλον. Εκεί που για τους μεγάλους μπορεί να μοιάζει μια «λογική» κίνηση, λόγω δουλειάς, μετακόμισης ή καλύτερων συνθηκών για το παιδί είναι μια ανατροπή στην καθημερινότητά του, στις φιλίες του, στη ρουτίνα του.
Και όσο κι αν δεν είναι εύκολη διαδικασία, ο δάσκαλος Μάριος Μάζαρης, σε ανάρτησή του, αναλύει τρόπους έτσι ώστε να γίνει πιο ομαλά, αρκεί να στηριχθεί από όλους: γονείς, εκπαιδευτικούς και συμμαθητές. Γιατί πίσω από κάθε αλλαγή, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι να μη νιώσει κανένα παιδί μόνο του.
«Συμβαίνει συχνά, η ζωή σε οδηγεί. Κι ακολουθείς. Για πολλούς λόγους. Δεν θα εξετάσουμε γιατί ένα παιδί μπορεί να αλλάξει σχολείο, αλλά πολλοί από τους λόγους που οδηγούν την οικογένεια σε αυτήν την απόφαση επηρεάζουν το παιδί τους. Σίγουρα, δεν είναι μια απόφαση εύκολη, ούτε είναι δεδομένο, ότι το παιδί θα προσαρμοστεί στο νέο σχολείο εύκολα.
Εξαρτάται από πολλά:
- -την ηλικία του παιδιού (και τη βαθμίδα του σχολείου)
- -τη στιγμή
- -την περιοχή
- -τι θα συνοδεύσει την αλλαγή αυτή
Συνήθως λεμε μία μεγάλη αλλαγή στη ζωή ενός παιδιού να μη συνοδεύεται από άλλες, αν δεν είμαστε διαθέσιμοι να το στηρίξουμε από κοντά.
Πχ. Μία αλλαγή σχολείου ταυτόχρονα με ένα διαζύγιο γονέων είναι μία πολύ δύσκολη απόφαση, που θα γίνει αν δεν υπάρξει άλλη επιλογή, αλλά χρειάζεται στήριξη και προσεκτικές κινήσεις. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγαματα από την αρχή.
Η οικογένεια αποφασίζει την αλλαγή ή το σχολείο;
Αν η απόφαση είναι της οικογένειας (μετακόμιση, αλλαγή δουλειάς, αναζήτηση καλύτερων συνθηκών), το παιδί ως μέλος της προσπαθεί να αποδεχθεί την αλλαγή αυτή και να προσαρμοστεί. Οι γονείς, όμως, συζητούν μαζί του το γιατί, προσπαθούν να το καθησυχάσουν, ότι όλα θα πάνε καλά και θα κάνει νέους φίλους, να του προτείνουν λύσεις, να διατηρήσει τους παλιούς που δεν θέλει να χάσει (ταξίδια, τηλέφωνα, μηνύματα, φωτογραφίες) και μαζί του να προετοιμαστούν για την αλλαγή αυτή.
Αν η απόφαση, όμως, είναι του σχολείου (πρόταση ύστερα από δύσκολη σχολική χρονιά ή επιθυμία της οικογένειας να φύγουν λόγω κακής εμεπιρίας) εκεί τα πράγματα περιπλέκονται. Είτε γιατί α) οι γονείς αρνούνται να δεχθούν μία κατάσταση/μία μαθησιακή δυσκολία του παιδιού τους και τη μεταφέρουν σε άλλο σχολικό περιβάλλον, πιστεύοντας, ότι θα εξαφανιστεί ως διά μαγείας. Είτε β) γιατί το παιδί μπορεί να εισπράξει την απομάκρυνση αυτή ως προσωπική του αποτυχία ή τιμωρία.
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;
Πάμε τώρα στα πιο πρακτικά. Το παιδί παρουσιάζεται στο νέο σχολείο. Θα προσαρμοστεί από μόνο του; Όχι. Είναι διπλό το βάρος στις πλάτες του. Και νέα σχολική χρονιά και νέο περιβάλλον.
- Είναι κοντά στο σχολείο, πηγαίνουν οι ίδιοι να αφήσουν και να πάρουν το παιδί, να δείξουν ότι εμπιστεύονται με το σώμα και τις κουβέντες τους το νέο σχολείο.
- Συζητούν καθημερινά για πράγματα που είδε το παιδί τους (είδες κάτι που σου έκανε εντύπωση σήμερα; Μίλησες με κάποιο συμμαθητή σου;)
- Ενημερώνουν το σχολείο/εκπαιδευτικό για τα πάντα. Πώς ήταν το παιδί στο προηγούμενο σχολείο; Τι τύπου κοινωνικότητα είχε;
- Πόσο συνδέθηκε με τους συμμαθητές του εκεί και πόσο χρόνο διέθετε εκτός σχολείου μαζί τους; Και κυρίως, υπάρχει μαθησιακή δυσκολία; Υπάρχει κάτι που να δημιούργησε πρόβλημα; Πολλές φορές οι γονείς προσπαθούν να αποκρύψουν πληροφορίες, αλλά κάποιες από αυτές ένα σχολείο μπορεί να τις μάθει από ένα άλλο σχολείο ή υπηρεσίες. Επομένως, μόνο η ειλικρίνεια βοηθά.
- Προσπαθούν να ενισχύσουν την αλληλεπίδρασή του με συμμαθητές/τριες. Δεν μπορούν να γίνουν φίλοι τα παιδιά μόνο από τη σχολική τάξη και το διάλειμμα. Προτείνουμε να κάνουν ένα πάρτυ γνωριμίας στο σπίτι και καλούμε όλη την τάξη. Μαθαίνουμε σε ποιο πάρκο/παιδική χαρά παίζουν και προσπαθούμε να πάμε 1-2 φορές την εβδομάδα. Ρωτάμε τη δασκάλα, αν έχει εντοπίσει παιδιά που πλησιάζει το δικό μας ή ανάποδα και ενισχύουμε την επαφή.
- Προσπαθούμε ως γονείς να συνδεθούμε με άλλους γονείς. Φίλοι γονείς κάνουν και φίλους παιδιά.
Τι μπορούν να κάνουν οι εκπαιδευτικοί;
Ένα παιδι δεν θα προσαρμοστεί μόνο του. Χρειάζεται να το βοηθήσουμε. Και να το κάνουμε για αρκετό καιρό.
- Κάνουμε παιχνίδια γνωριμίας με τα παιδιά και προσαρμογής και δίνουμε λίγο παραπάνω χώρο στον νέο μαθητή/ρια να μιλήσει για τον εαυτό του, τον τόπο του, τα ενδιαφέροντά του.
- Προτείνουμε παιχνίδια ή δράσεις που μπορεί να κάνει ή να συμμετάσχει.
- Παρατηρούμε πολύ στην τάξη και στα διαλείμματα, αν πλησιάζει παιδιά ή αν έχει βλεμματική επαφή μαζί τους.
- Συζητάμε με την ομάδα για την αξία της φιλίας, της σύνδεσης, της στήριξης.
- Βλέπουμε μικρού μήκους ταινίες ή διαβάζουμε ιστορίες που μιλούν για νέους φίλους ή για προσαρμογή κι αφήνουμε τη συζήτηση να ζεστάνει την ατμόσφαιρα.
- Είμαστε κοντά στο παιδί: «Είμαι εδώ ό,τι χρειαστείς», «Να ξέρεις χαίρομαι για τα βήματα που κάνεις», «Φυσικά και είναι δύσκολο».
- Οργανώνουμε μία μικρή γιορτή, όπου όλα τα παιδιά έχουν ρόλο ξεχωριστό στη διοργάνωση.
Τι μπορούν να κάνουν οι συμμαθητές;
Πολλές φορές είμαστε άδικοι με τα νέα παιδιά, ότι δεν καλοδέχονται ένα νέο παιδί ή είναι απλώς αδιάφορα. Είναι απλώς παιδιά. Αν δεν τους έχουμε καλλιεργήσει τέτοια συμπεριφορά, δεν θα τη σκεφτούν από μόνα τους. Οι μεγάλοι θα καθοδηγήσουν.
Ο δάσκαλος θα ενημερώσει τους γονείς του τμήματος για το νέο παιδί. Οι γονείς μπορούν να πουν: «Έμαθα ότι έχετε νέο συμμαθητή! Πώς τον είδες; Θα ήθελες να τον καλέσουμε σπίτι; Σκέψου, ότι θα ήθελε πολύ να κάνει νέες γνωριμίες»
Δεν πιέζουμε τα παιδιά να γίνουν φίλοι, αλλά τους αναφέρουμε το ενδεχόμενο ή προτείνουμε μία συνάντηση ή κανονίζουμε να γίνει ένα πρώτο βήμα. Αντιστοίχως, στους γονείς του νέου παιδιού: «Αν χρειαστείτε κάτι, πείτε μου», «να σας πω για το σχολείο, τη γειτονιά, τα μαθήματα», «Το απόγευμα συναντιόμαστε στο παρκάκι, θέλετε να τα πούμε εκεί με τα παιδιά να γνωριστούν καλύτερα;».
Κι αφήνουμε τα παιδιά να κάνουν τις πρώτες επαφές, συναντήσεις διερευνητικά. Γιατί κανείς δεν θέλει να νιώθει μόνος, ότι δεν ανήκει κάπου ή δεν έχει φίλους.
Αυτές οι προσπάθειες μπορούν να κρατήσουν για τους 1-3 μήνες. Το πιο σημαντικό, όμως, κομμάτι θα το κάνει εντέλει το νέο παιδί.
Μέσα σε όλη αυτήν την ανασφάλεια, την προσαρμογή, τους νέους ανθρώπους, θα πρέπει να βρει το κουράγιο να απλώσει το χέρι και να πει: «Γεια, με λένε…». Θέλει, όμως, λίγη ενθάρρυνση στην αρχή, ένα μικρό σπρώξιμο και να στρώσουμε κάπως το έδαφος.
Μετά η ευθύνη είναι δική του. Και λίγους μήνες μετά μπορεί οι σχέσεις να είναι τόσο όμορφες σαν από πάντα.»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.